Η ζωγραφική της Χρύσας Χατζηχαραλάμπους κινείται στο χώρο ανάμεσα στην λυρική αφαίρεση και την αναπαράσταση. Με αφόρμηση την τοπιογραφία και μέσο την ζωγραφική χειρονομία, οι εικόνες αναφέρονται στην σύνδεση του τοπίου και του εσωτερικού τόπου. Η ζωγραφική πράξη οδηγεί σε εικόνες του φυσικού κόσμου ως μια μεταφορά του εσωτερικού. Οι εικόνες της πραγματικότητας αλλάζουν με σκοπό να αποκαλύψουν πνευματικές και συναισθηματικές καταστάσεις. Η τοπιογραφία χρησιμοποιείται με ένα συμβολικό νόημα που δεν επιδιώκει να αντιπροσωπεύσει αυτό που μπορεί να φανεί, αλλά αυτό που είναι διφορούμενο. Επιτρέπει στον θεατή να αισθανθεί το δέος που προέρχεται από τον φυσικό κόσμο ακόμη και όταν τα έργα δεν τον αναφέρουν ρητά. Οι ενστικτώδεις λυρικές συνθέσεις προσκαλούν τον θεατή σε μια πραγματική συμμετοχή με το νόημα των έργων.